Μεταφορα φορολογικης κατοικιας απο την Ελλαδα στην Αυστρια

Το παρόν άρθρο αποτυπώνει την εμπειρία μετά από τρία χρόνια προσπάθειας να μεταφέρω τη φορολογική μου κατοικία ως φυσικό πρόσωπο (ιδιώτης) από την Ελλάδα στην Αυστρία. Ξεκίνησα το Φεβρουάριο του 2015 και τελικά τα κατάφερα το Μάρτιο του 2018.

Σκοπός του άρθρου είναι να βοηθήσει όλους όσοι κατοικούν πια στο εξωτερικό και επιθυμούν να μεταφέρουν και τη φορολογική τους κατοικία εκτός Ελλάδας. Διευκρινίζω ότι δεν είμαι οικονομικός σύμβουλος, λογιστής ή νομικός, απλά καταγράφω την εμπειρία μου με την ελπίδα να είναι χρήσιμη και να σας γλυτώσει από κόπο και χρόνο.

Η φορολογική κατοικία

Η έννοια της “φορολογικής κατοικίας” δεν ταυτίζεται πάντα με την έννοια της “κατοικίας“.

Πολλοί θεωρούν ότι αρκεί η διαμονή για περισσότερες από 183 μέρες σε ένα κράτος, ώστε αυτόματα να θεωρηθεί φορολογικός κάτοικος αυτού του κράτους και να μην έχει πλέον φορολογικές υποχρεώσεις στην Ελλάδα. Αυτή είναι μία εσφαλμένη θεώρηση.

Μία δεύτερη εσφαλμένη θεώρηση είναι ότι κάποιος φορολογείται σε κάθε κράτος διαμονής ή εργασίας μόνο για τα εισοδήματα που είχε σε αυτό το κράτος. Έτσι, αν κάποιος είχε εισοδήματα στην Ελλάδα (π.χ. από ενοίκια ή μισθωτή εργασία για κάποιους μήνες) και στην Αυστρία (π.χ. από μισθωτή εργασία το υπόλοιπο του χρόνου), τότε θα υποβάλει δύο φορολογικές δηλώσεις, όπου στη μεν δε θα αναφέρει τα εισοδήματα της δε.

Ο προσδιορισμός της φορολογικής κατοικίας είναι μία σύνθετη διαδικασία όπου εμπλέκονται οι φορολογικές αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών.

Μία βασική αρχή, κοινώς αποδεκτή σε διεθνές επίπεδο, είναι ότι για κάθε ημερολογιακό έτος ένας άνθρωπος μπορεί να είναι φορολογικός κάτοικος μόνο ενός κράτους, στο οποίο και φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του.

Αρχές προσδιορισμού φορολογικής κατοικίας

Προκύπτει εύλογα το ερώτημα: “Ποιός και πώς αποφασίζει πού βρίσκεται η φορολογική μου κατοικία;” Μία σειρά από διεθνείς συμβάσεις αλλά και διακρατικές συμφωνίες καθορίζουν τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της φορολογικής κατοικίας καθώς και τη φορολόγηση των εισοδημάτων της αλλοδαπής. Το OECD Model Tax Convention παρέχει τις κατευθυντήριες γραμμές ώστε τα κράτη να διαμορφώνουν διακρατικές συμφωνίες για το χειρισμό θεμάτων φορολόγησης.

Η Ελλάδα έχει συνάψει περισσότερες από 50 “Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολόγησης” (ΣΑΔΦΕ) με άλλα κράτη. Ο πλήρης κατάλογος παρέχεται στο https://www.aade.gr/keimena-symbaseon-symfonion-apofygis-diplis-forologias-tis-elladas-me-0, από όπου μπορεί να αντλήσει κάποιος και τη σύμβαση με την Αυστρία, η οποία είναι σε ισχύ από το 2010.

Η ΣΑΔΦΕ καθορίζει αναλυτικά τα κριτήρια με τα οποία αποφασίζουν από κοινού τα δύο κράτη σε ποιό θα είναι φορολογικός κάτοικος κάποιος. Τα δύο κράτη δεσμεύονται επίσης ότι δε θα απαιτήσουν εκ νέου φόρους που έχουν καταβληθεί στο άλλο κράτος (“αποφυγή διπλής φορολόγησης”).

Το παγκόσμιο εισόδημα

Ορισμένοι, όντας φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας, ερμηνεύουν εσφαλμένα αυτό το σημείο ως εξής. “Αφού πλήρωσα τους φόρους μου στην Αυστρία για το εισόδημά μου εκεί, δε θα μου ζητήσει η Ελλάδα άλλους φόρους και ας θεωρούμαι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας.” Η ΣΑΔΦΕ μεταξύ Ελλάδας και Αυστρίας διασφαλίζει ότι αφού υπολογιστεί ο φόρος για το παγκόσμιο εισόδημα με βάση την ελληνική νομοθεσία, θα αφαιρεθεί το ποσό που έχει καταβληθεί ήδη στην Αυστρία και θα είναι απαιτητή η διαφορά. Αν η διαφορά είναι αρνητική (δηλαδή προκύπτει επιστροφή φόρου στον Έλληνα φορολογούμενο), τότε θεωρείται ότι είναι μηδέν και δεν υπάρχει επιστροφή.

Δύο παραδείγματα με εικονικά ποσά και κλίμακες φορολογίας, ώστε να γίνει πιο κατανοητό το παραπάνω:

  1. Φορολογικός κάτοικος Ελλάδας είχε εισοδήματα 10.000 ευρώ στην Ελλάδα και 20.000 ευρώ στην Αυστρία. Το παγκόσμιο εισόδημά του ήταν συνεπώς 30.000 ευρώ. Με βάση την κλίμακα φορολογίας στην Ελλάδα, αντιστοιχεί φόρος (έστω) 4.000 ευρώ. Ο κάτοικος πλήρωσε ήδη φόρο 1.000 ευρώ στην Αυστρία για τα 20.000 ευρώ. Συνεπώς, θα πληρώσει φόρο στην Ελλάδα (4.000-1.000=) 3.000 ευρώ.
  2. Φορολογικός κάτοικος Ελλάδας είχε εισοδήματα μηδέν ευρώ στην Ελλάδα και 60.000 ευρώ στην Αυστρία. Το παγκόσμιο εισόδημά του ήταν συνεπώς 60.000 ευρώ. Με βάση την κλίμακα φορολογίας στην Ελλάδα, αντιστοιχεί φόρος (έστω) 4.000 ευρώ. Ο κάτοικος πλήρωσε ήδη φόρο 5.000 ευρώ στην Αυστρία για τα 60.000 ευρώ. Συνεπώς, δε θα πληρώσει φόρο στην Ελλάδα αλλά δε θα λάβει επιστροφή φόρου (4.000-5.000=) 1.000 ευρώ.

FATCA και CRS

Ένα επόμενο λογικό ερώτημα είναι το “Πώς μπορεί να ξέρει ένα κράτος ότι έχω εισοδήματα σε άλλα κράτη αν δεν το δηλώσω;

Πολλά κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα και η Αυστρία, συμμετέχουν στο Foreign Account Tax Compliance Act (FATCA) και το OECD Common Reporting Standard (CRS) και ανταλλάσσουν σε τακτική βάση δεδομένα για κατοίκους άλλων κρατών που κατοικούν στην επικράτειά τους. Η Αυστρία, όπως και η Ελλάδα, συμμετέχουν στο CRS και έχουν ενεργοποιήσει τη διμερή ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών.

Ο κίνδυνος εντοπισμού μέσω αξιοποίησης τέτοιων στοιχείων είναι υπαρκτός και ανατρέχει σε βάθος πενταετίας στην Ελλάδα. Είναι προσωπική απόφαση του καθενός να το αξιολογήσει και να αποφασίσει να το διακινδυνεύσει ή όχι.

Εκκίνηση διαδικασίας καθορισμού φορολογικής κατοικίας

Πώς όμως εκκινεί η διαδικασία καθορισμού της φορολογικής κατοικίας, ώστε να εφαρμοστούν τα κριτήρια της αντίστοιχης ΣΑΔΦΕ και να μην παρανομεί κάποιος;

Το παράδειγμά είναι το εξής. Το 2015 είχα κάποια εισοδήματα στην Ελλάδα και κάποια στην Αυστρία. Οι δύο φορολογικές αρχές δεν είχαν ενημερωθεί ακόμη για τα εισοδήματα στο άλλο κράτος. Το καθένα από τα δύο κράτη θεωρούσε αυτόματα ότι είμαι και φορολογικός κάτοικος αυτού.

Κατά συνέπεια, μία από τις δύο φορολογικές δηλώσεις που θα έπρεπε να υποβάλλω θα ήταν ανακριβής, αφού δε θα ανέφερε τα εισοδήματα από το άλλο κράτος (παγκόσμιο εισόδημα) καθώς και το φόρο που είχε πληρωθεί εκεί ήδη.

Πράγματι, για να γίνει η εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης και να υπολογιστεί ο τελικός φόρος, έπρεπε να υπολογιστεί το παγκόσμιο εισόδημα, ο αναλογούν φόρος και η διαφορά από το φόρο που είχε καταβληθεί ήδη στο άλλο κράτος. Η απάντηση δόθηκε το 2017 (!) με την πολύτιμη βοήθεια του Expat Center του Vienna Business Agency και του οίκου Deloitte.

Η διαδικασία καθορισμού της φορολογικής κατοικίας εκκινεί από τον ίδιο το φορολούμενο, ο οποίος έχει την υποχρέωση και το καθήκον ενημέρωσης και των δύο φορολογικών αρχών, ώστε εκείνες στη συνέχεια να αποφανθούν για τη φορολογική κατοικία.

Αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας από την Ελλάδα (ΠΟΛ 1201/2017)

Η μεταβολή της φορολογικής κατοικίας φορολογούμενου στην Ελλάδα ήταν μία απόφαση με πολύ υποκειμενικά κριτήρια.

Η ΠΟΛ 1201/06-12-2017 (ΑΔΑ: ΩΕ0846ΜΠ3Ζ-12Ε, ΦΕΚ Β’ 4441/2017), η οποία ισχύει και εφαρμόζεται πλέον, καθόρισε με σαφήνεια μία σειρά από βήματα και δικαιολογητικά, ώστε να εξεταστεί από την Ελλάδα το αίτημα μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας στο εξωτερικό.

Η πρώτη προθεσμία που πρέπει να τηρηθεί είναι “η τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Μαρτίου“.  Η ημερομηνία αυτή ήταν η Παρασκευή, 09-03-2018 για το 2018. Έως αυτή την ημέρα, πρέπει ο φορολογούμενος να καταθέσει στη ΔΟΥ όπου υπάγεται τρία έντυπα: το Μ0, το Μ1 και το Μ7. Επιπλέον, πρέπει να καταθέσει μία έγγραφη δήλωση (υπόδειγμα ορισμού και αποδοχής ορισμού) για τον ορισμό του φορολογικού εκπροσώπου στην Ελλάδα με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής. Ο φορολογικός εκπρόσωπος, αν τελικά ο φορολογούμενος μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό, θα λειτουργεί ως το σημείο επαφής και ενημέρωσης με το φορολογούμενο.

Επιπλέον, αν ο φορολογούμενος δεν καταθέσει αυτοπροσώπως τα τρία έντυπα και τη δήλωση στη ΔΟΥ (πολύ πιθανό όταν κάποιος κατοικεί μόνιμα στο εξωτερικό), θα πρέπει να κάνει μία σχετική εξουσιοδότηση στο πρόσωπο που θα τα καταθέσει εκ μέρους του, και πάλι με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής.

Προσωπικά έκανα και εξουσιοδότηση και έγγραφη δήλωση ορισμού για το ίδιο πρόσωπο σε δύο διαφορετικά έντυπα και πήγα στο Προξενικό Γραφείο Βιέννης (Favoritenstraße 7), όπου και βεβαιώθηκε το γνήσιο της υπογραφής μου (κόστος: δέκα ευρώ το ένα) και απαιτήθηκε η επίδειξη διαβατηρίου ή ταυτότητας. Όλα τα έντυπα εστάλησαν στην Ελλάδα, μαζί με μία φωτοτυπία ταυτότητας (για την περίπτωση που ζητηθεί από κάποιον ιδιαίτερα τυπικό υπάλληλο για την έγγραφη δήλωση φορολογικού εκπροσώπου).

Η δεύτερη προθεσμία που πρέπει να τηρηθεί είναι “η τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Σεπτεμβίου“.  Η ημερομηνία αυτή ήταν η Δευτέρα, 10-09-2018 για το 2018. Έως αυτή την ημερομηνία πρέπει να προσκομιστούν όλα τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στην ΠΟΛ 1201/2017 και θα τεκμηριώσουν τη μεταβολή της φορολογικής κατοικίας.

Δικαιολογητικά σύμφωνα με την ΠΟΛ 1201/2017

Το πρώτο δικαιολογητικό που πρέπει να προσκομιστεί είναι η δίγλωσσηΑίτηση για Εφαρμογή της ΣΑΔΦΕ“, η οποία ενσωματώνει το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας. Αυτό γιατί η Ελλάδα έχει ενεργή ΣΑΔΦΕ με την Αυστρία από το 2010.

Η δίγλωσση (γερμανική και αγγλική γλώσσα) αίτηση είναι διαθέσιμη από την ιστοσελίδα του Bundesministerium Finanzen ως φόρμα ZS-AE (Certificate of Residence), ενώ οδηγίες συμπλήρωσης παρέχονται εδώ (ZS-A1). Η φόρμα ZS-AD (Ansässigkeitsbescheinigung) είναι διαθέσιμη μόνο στη γερμανική γλώσσα. Ενδέχεται να μη γίνει αποδεκτή στην Ελλάδα.

Προσωπικά συμπλήρωσα τη φόρμα ZS-AE σε τρία αντίγραφα και επισκέφθηκα το FinanzAmt που υπάγομαι. Η υπάλληλος στο γκισέ κράτησε το ένα αντίγραφο και σφράγισε τα δύο, τα οποία και μου επέστρεψε. Η φόρμα αυτή είναι ταυτόχρονα τρία πράγματα: αίτηση εφαρμογής της ΣΑΔΦΕ, ενημέρωση των αυστριακών αρχών για ενδεχόμενα εισοδήματα στην αλλοδαπή καθώς και πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας στην Αυστρία.

Η υπογεγραμμένη δίγλωσση “Αίτηση για Εφαρμογή της ΣΑΔΦΕ” δεν απαιτείται να φέρει θεώρηση με τη Σφραγίδα της Χάγης (Apostille), σύμφωνα με την ίδια ΠΟΛ 1201/2017 (σελ. 4).

Η παράγραφος 3α της ΠΟΛ 1201/2017 αναφέρει μία σειρά από άλλα δικαιολογητικά, τα οποία είναι “εναλλακτικά και ενδεικτικά“. Συνεπώς η ΔΟΥ μπορεί να ζητήσει κάποια άλλα. Προσωπικά, κατέθεσα το Meldebestätigung (προσοχή, είναι σημαντικό να φαίνεται “Hauptwohnsitz” και όχι “Nebenwonhsitz”, ώστε να τεκμηριώνεται η κύρια κατοικία στην Αυστρία), το Anmeldebescheinung, το Versicherungsdatenauszug από το Sozialversicherung (όπου φαίνεται ο χρόνος ασφάλισης στα διάφορα ασφαλιστικά ταμεία) και το μισθωτήριο του σπιτιού (όπου συμπεριλαμβάνονται τα κόστη υπηρεσιών κοινής ωφέλειας).

Οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) 1445/2016 και 1215/2017 επιβεβαιώσαν ότι οι διαμορφούμενες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες καθιστούν σε κάποιες περιπτώσεις αναγκαία τη χωριστή κατοικία συζύγων.

Η παράγραφος 3β της ΠΟΛ 1201/2017 αναφέρει μία σειρά  δικαιολογητικά, τα οποία πρέπει να υποβληθούν “επιπλέον και αθροιστικά“, στην περίπτωση όπου ένας φορολούμενος αιτείται τη μεταβολή της φορολογικής κατοικίας, ενώ ο/η σύζυγος ή το μέρος του συμφώνου διαβίωσης παραμένει φορολογικός κάτοικος Ελλάδας. Τα δικαιολογητικά αυτά θα τεκμηριώσουν ότι ο φορολογούμενος βρίσκεται εκτός Ελλάδας και έχει οργανώσει τη ζωή του στην αλλοδαπή κατά τρόπο μόνιμο ή διαρκή.

Προσωπικά, κατέθεσα επιπλέον των δικαιολογητικών της παραγράφου 3α, μία βεβαίωση τήρησης τραπεζικού λογαριασμού στην Αυστρία (χωρίς να φαίνεται το υπόλοιπο του λογαριασμού), τη βεβαίωση έναρξης ελευθέριου επαγγέλματος (GISA από το BMWFW) και τη βεβαίωση απόδοσης αριθμού ΦΠΑ (Umsatzsteuer Identifikationsnummer, USt-Id) επιπλέον του αριθμού φορολογούμενου.

Ένα σημείο άξιο αναφοράς είναι το εξής. Από την 1η Ιουνίου 2014 και σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4231/2014 (ΦΕΚ Α’ 19) έχει επικυρωθεί από τις Αυστρία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Τουρκία, Πολωνία και Ελλάδα και έχει αρθεί “η υποχρέωση επικύρωσης ή οποιασδήποτε ισοδύναμης διατύπωσης των πράξεων και των εγγράφων, που διακινούνται μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών και σχετίζονται με την προσωπική κατάσταση, με την ικανότητα ή την οικογενειακή κατάσταση φυσικών προσώπων, την κατοικία ή την διαμονή τους, όποια και αν είναι η χρήση για την οποία προορίζονται, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων πράξεων ή εγγράφων, που έχουν εκδοθεί για να χρησιμοποιηθούν ενόψει της τέλεσης γάμου ή της σύνταξης μιας ληξιαρχικής πράξης. Συνεπώς, τα εν λόγω έγγραφα και οι πράξεις απαλλάσσονται από την υποχρέωση επισημείωσης με την σφραγίδα της Χάγης. Η μοναδική προϋπόθεση, που τίθεται για την αποδοχή τους από το κάθε συμβαλλόμενο κράτος, είναι ότι πρέπει να φέρουν ημερομηνία και υπογραφή και, ενδεχομένως, την σφραγίδα της αρμόδιας για την έκδοση αρχής του κράτους που τα χορήγησε, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του Ν.4231/2014″ (ΑΔΑ: ΒΙΥΞΝ-92Ν).

Με βάση την προηγούμενη παράγραφο, όλα τα δημόσια έγγραφα από την Αυστρία που αναφέρθηκαν παραπάνω δε χρήζουν επισημείωσης με την σφραγίδα της Χάγης (Apostille).

Μετάφραση δικαιολογητικών

Όλα τα δικαιολογητικά που συγκέντρωσα δεν έφεραν Apostille και επικυρώθηκαν ως ακριβή αντίγραφα των πρωτότυπων και στη συνέχεια έγινε επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο 4 της ΠΟΛ 1201/2017.

Προτίμησα να γίνουν όλα στην Ελλάδα για λόγους κόστους.

Υποβλήθηκαν στη συνέχεια στη ΔΟΥ ως συμπληρωτικά στοιχεία της αρχικής μου αίτησης που έκανα το Μάρτιο του 2018.

Κατάληξη αιτήματος και νέες υποχρεώσεις

Η αίτησή μου εξετάστηκε και έγινε δεκτή από τη ΔΟΥ που υπαγόμουν στην Ελλάδα. Είμαι πλέον φορολογικός κάτοικος Αυστρίας.

Έχω υποχρέωση να υποβάλλω φορολογική δήλωση στην Ελλάδα μόνο αν έχω εισοδήματα στην Ελλάδα και θα φορολογηθώ μόνο για αυτά. Ακόμη και ένα λεπτό του ευρώ έσοδο από τόκους σε ελληνική τράπεζα θεωρείται εισόδημα στην Ελλάδα!

Αν χρειαστεί να κάνω τέτοια δήλωση στο μέλλον, αφού γίνει η εκκαθάριση στην Ελλάδα, θα πρέπει στη συνέχεια να δηλωθεί το εισόδημα και στην αυστριακή δήλωση (καθώς και τυχόν φόρος που καταβλήθηκε), ώστε να καταγραφεί σωστά το παγκόσμιο εισόδημα.

Σημειώνω ότι η ΣΑΔΦΕ με την Αυστρία αναφέρει (άρθρο 23, παράγραφοι 2a-2c σε αντιδιαστολή με την παράγραφο 1) ότι για το φορολογικό κάτοικο της Αυστρίας που έχει εισοδήματα στην Ελλάδα, δε λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του φόρου που του αναλογεί, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων.

Σύμφωνα με μία ερμηνεία της ΠΟΛ 1201/2017, πρέπει να είμαι σε θέση να αποδεικνύω κάθε έτος ότι παραμένω φορολογικός κάτοικος Αυστρίας, χωρίς ωστόσο να χρειάζεται να προσκομίζω δικαιολογητικά κάθε χρόνο, εκτός αν μου ζητηθούν, ακόμη και αναδρομικά. Αν αυτή η ερμηνεία είναι ορθή, θα φανεί τα επόμενα χρόνια, καθώς φέτος είναι η πρώτη χρονιά που εφαρμόζεται η ΠΟΛ 1201/2017.

Αντί επιλόγου

Μία προσκεκτική ανάγνωση της ΠΟΛ 1201/2017 και όσων αναφέρθηκαν παραπάνω αποκαλύπτει ότι η εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης στην Αυστρία (Einkommensteuerbescheid) δεν είναι ένα από τα δικαιολογητικά που απαιτείται να υποβληθούν ώστε να εξεταστεί η αίτηση μεταβολής φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα.

Τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 3α της ΠΟΛ 1201/2017 είναι “ενδεικτικά“. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό η ΔΟΥ να ζητήσει και την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης.

Αν όντως ζητηθεί, το έγγραφο αυτό (Einkommensteuerbescheid) δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις του Ν. 4231/2014 και συνεπώς πρέπει να φέρει Apostille (επισημείωση με τη σφραγίδα της Χάγης) πριν γίνει η επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, ώστε να γίνει αποδεκτό από τη ΔΟΥ.

Η θεώρηση (Beglaubigung) της υπογραφής του υπαλλήλου του Einkommensteuerbescheid γίνεται στο BMF (Johannesgasse 5, 1010, Wien) και στη συνέχεια η Apostille στο Legalisierungsbüro του BMEIA (Leopold-Figl-Gasse 5, 1010, Wien).

Απαραίτητη προϋπόθεση για αυτή τη διαδικασία είναι το Einkommensteuerbescheid να είναι υπογεγραμμένο. Αυτό γίνεται μόνο όταν πριν την οριστική εκκαθάριση (καλύτερα, την στιγμή της υποβολής της φορολογικής δήλωσης στο FinanzOnline) ζητήσει κάποιος να γίνει ηλεκτρονική επίδοση της εκκαθάρισης. Τότε το αρχείο που θα παραλάβει ο φορολογούμενος θα φέρει ψηφιακή υπογραφή και μπορεί κάποιος να προχωρήσει στα επόμενα βήματα.

Αν η επίδοση της εκκαθάρισης γίνει έντυπα, με συμβατικό ταχυδρομείο, τότε δε θα φέρει υπογραφή υπαλλήλου και δεν μπορεί να γίνει η διαδικασία της Apostille. Σε αυτή την περίπτωση, η μόνη λύση είναι να ζητήσει κάποιος τη συνδρομή και μεσολάβηση του Συνήγορου του Φορολογούμενου (Steuerombudsstelle des BMF).